Του Γιώργου Φωτ. Παπαδόπουλου
Πολλές φορές ακούμε αρκετούς συνανθρώπους μας – κυρίως πολιτευόμενους- να λένε: «εμείς στεκόμαστε αλληλέγγυοι στο τάδε ζήτημα, δεν κάνουμε φιλανθρωπία» και δίνουν μια έννοια υποδεέστερη στη φιλανθρωπία, ενώ οι ίδιοι ούτε γνωρίζουν ούτε έψαξαν ποτέ να μάθουν τι ακριβώς σημαίνει.
Είναι και αυτό ένα από τα συμπτώματα της σύγχρονης εποχής, διεθνισμού και παγκοσμιοποίησης, όπου ως άλλος ολετήρας έρχεται να ισοπεδώσει και αλλοιώσει κάθε έννοια, αξία και αρχή.
Ακόμη, θυμάμαι ότι, σε πρόσφατη επίσκεψή μου σε κάποιο χωριό της νότιας Χίου για κηρυκτικά καθήκοντα, στα πλαίσια μελέτης της Αγίας Γραφής, ορισμένοι πιστοί μου έθεσαν το ερώτημα «ποια η διαφορά της φιλανθρωπίας από την αλληλεγγύη ; ».
Άνοιξα, λοιπόν, την Αγία Γραφή και με βάση τα σχετικά χωρία, τόσο του Ευαγγελίου, όσο και του ιερού Αποστόλου, προέβαλα την μεταξύ τους σχέση, τις ομοιότητες αλλά –κυρίως– τις διαφορές τους.
Η φιλανθρωπία είναι ασυγκρίτως ανώτερη από την αλληλεγγύη. Γιατί ; Διότι καταρχήν δεν μπορεί κάποιος να στέκεται αλληλέγγυος στο συνάνθρωπό του και το κοινωνικό σύνολο εάν πρωτίστως δεν είναι φιλάνθρωπος. Δηλαδή η υψίστη αυτή αρετή, η αγάπη για τον άνθρωπο, αυτή συνιστά την έννοια της φιλανθρωπίας. Και η έννοια αυτή είναι η γενεσιουργός, η μητέρα δηλαδή, της αλληλεγγύης. Αλληλεγγύη μπορούν να έχουν μεταξύ τους και οι ληστές, οι ψεύτες, οι πολιτικοί που εξουθενώνουν τους λαούς τη γης, οι κακοποιοί. Αυτοί συμπαρίστανται ο ένας στον άλλον διότι προσδοκούν και ευελπιστούν στο ίδιον όφελος που είναι κοινό για τους ίδιους. Όμως, αυτοί δεν είναι φιλάνθρωποι. Είναι κτηνάνθρωποι. Απεναντίας, εκείνος που είναι φιλάνθρωπος είναι αδύνατον να μην είναι αλληλέγγυος σε οποιαδήποτε δομή ή δράση κοινωνικής αλληλεγγύης και στήριξης στο συνάνθρωπο ή την κοινωνία, η οποία πρέπει να είναι προϊόν ΑΓΑΠΗΣ και ΜΟΝΟΝ, όχι λύπης η ανάγκης. «Έκαστος καθώς προαιρείται τη καρδία, μη εκ λύπης ή εξ ανάγκης. Ιλαρόν γάρ δότην αγαπά ο Θεός» (Β΄ Κορινθ. Θ΄, 7)
Με δυο λόγια, αναφορικά με τις δυο έννοιες καταλήγουμε στα εξής συμπεράσματα:
1.Η φιλανθρωπία είναι ανώτερη έννοια από την αλληλεγγύη, διότι είναι η γενεσιουργός αιτία της. «Καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως» (Λουκ. ΣΤ΄, 31). Ο Χριστός δεν λέει απλά «μην κάνεις κακό στον άλλον». Λέει «όπως θα ήθελες να σου φέρεται ο άλλος, έτσι να φέρεσαι κι εσύ στους άλλους». Δηλαδή δεν μιλάει απλά για συμπαράσταση ή καλή πράξη (αλληλεγγύη) αλλά για ομοιότητα συμπεριφοράς (φιλανθρωπία).
2.Η αλληλεγγύη είναι το προϊόν της φιλανθρωπίας. Έτσι, δεν νοείται φιλανθρωπία δίχως αλληλεγγύη και αλληλεγγύη δίχως φιλανθρωπία. «Της δε κοινωνίας και φιλανθρωπίας μη επιλανθάνεσθε. Τοιαύταις γάρ θυσίαις ευαρεστείται ο Θεός» (Εβρ. ΙΓ΄, 16). Ο Χριστός ζητά κοινωνία (ενότητα, γνωστοποίηση, ένωση, του προβλήματος του διπλανού με εμάς, ώστε να ξεπεραστεί από κοινού) και φιλανθρωπία (αγάπη για τον άνθρωπο) που φθάνει στη θυσία. Τέτοιες θυσίες επαινεί και τέτοιες θυσίες αρέσουν στον Θεό. Ο Χριστός θυσιάστηκε στο Σταυρό και Αναστήθηκε για να σώσει το ανθρώπινο γένος από τη φθορά και το θάνατο. Αυτή είναι η «άκρα φιλανθρωπία» του Θεού, η σωτηρία μας.
3.Φιλανθρωπία ονομάζεται η αγάπη, η αρετή που εμφύτευσε ο Θεός στον άνθρωπο για να αγαπά το συνάνθρωπό του και η επιβολή της συνείδησής του, ο αυτοέλεγχος, ότι οφείλει να του στέκεται αλληλέγγυος, υπό το πρίσμα της αγάπης και όχι της λύπησης ή της προσωπικής ανάγκης. «Εάν αγαθοποιείτε τους αγαθοποιούντας υμάς, ποία υμίν χάρις εστίν ; Και γάρ οι αμαρτωλοί το αυτό ποιούσιν» (Λουκ. ΣΤ΄, 33).
4.Πρώτος θεμελιωτής και εκφραστής της έμπρακτης και άκρας φιλανθρωπίας υπήρξε ο ίδιος ο Θεός, ο Εσταυρωμένος και Αναστημένος Κύριος. «Αυτός τας ασθενείας ημών έλαβεν και τας νόσους ημών εβάστασεν» (Ματθ. Η΄, 17 & Ησαίας ΝΔ΄, 3). Έτσι και εμείς «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε και ούτως αναπληρώσατε (εφαρμόσατε) τον νόμον του Χριστού» (Γαλάτας ΣΤ΄, 2).
Τελικό συμπέρασμα: Η φιλανθρωπία είναι ασυγκρίτως ανώτερη από την αλληλεγγύη. Όποιος δέχεται την δεύτερη και δεν δέχεται την πρώτη, είναι σαν να δέχεται το παιδί, αλλά δεν δέχεται τον γονέα του (γενεσιουργό). Τουλάχιστον, ας είναι κάποιοι προσεκτικοί στις εκφράσεις ή/και τα γραφόμενά τους, διότι τέτοιου είδους λάθη αποδεικνύουν άγνοια εννοιών, θεωριών και πράξεων, αλλά και έλλειμμα πίστεως.